Κοπή Λεσχοβασιλόπιτας 2025 – ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ

Κοπή Λεσχοβασιλόπιτας 2025

Το ημερολόγιο δείχνει 13 Γενάρη… και μπήκαμε με 13 ενεργά μέλη, στο 13ο έτος της Λέσχης Δημιουργικής Ανάγνωσης!

Γούρι! Γούρι!

Πρώτη συνάντηση για το 2025 και κοπή της βασιλόπιτας με τη λεσχοπαράδοτη λογοτεχνική γεύση και ποιητική εσάνς… Τα μέλη καταφτάνουν παρά το κρύο και τον χιονιά και αμέσως ζεσταίνει η ατμόσφαιρα με τις παρουσίες τους και με το αχνιστό τσάι του βουνού με μέλι!

Η Χρυσούλα χτυπάει την έναρξη της βραδιάς και διαβάζει τον αγαπημένο της στίχο για την αλλαγή της χρονιάς:

Και λέει ετούτη τη φορά, αντί να άλλαζε ο χρόνος, να άλλαζε ο κόσμος, του Γιώργου Ποταμίτη

Συνεχίζει με απόσπασμα από το «Ρεβεγιόν» του Γιάννη Βαρβέρη:

Στις δώδεκα στο φώτο φίνις

πουλαράκι μονοετές απ’ την οθόνη ξεμπουκάρει

συντρίμμι στο χαλί το νέον έτος.

… Και φέρτε τώρα όλο το ψυγείο μπροστά μου.

Και τη βασιλόπιτα.

Δωσ’ το μαχαίρι: Ένα της ποίησης άλλο της ποίησης, τρίτο της ποίησης…

Όπως μας τα λέει το ποίημα, τα του ψυγείου βρίσκονται στο τραπέζι, η βασιλόπιτα μπροστά μας και με το μαχαίρι κάνει τρεις νοητές χαρακιές για την ποίηση… Γιατί αλί!, τί θά’ μασταν χωρίς την ποίηση!  Έπειτα κόβει τα 14 κομμάτια, 13 μέλη και 1 της Λέσχης. Κάθε κομμάτι φέρει το όνομα του μέλους, μπαίνει με την βοήθεια της Ολυμπίας στο πιάτο, με ένα σοκολατάκι και μια ευχή… Υγεία, χαρά, χαμόγελα, μαγεία, αισιοδοξία, θαλπωρή, αγάπη, όνειρα, δημιουργικότητα… εντός διαβάζουμε του Γκαίτε (που μόλις ολοκληρώσαμε τον Φάουστ) την γνωστή φράση: Φως, περισσότερο φως! Και του Καμύ (που τώρα θα ξεκινήσουμε τον «Ξένο») Ή πραγματική γενναιοδωρία προς το μέλλον έγκειται στο να τα δίνουμε όλα στο παρόν.

Λίγες δαγκωματιές αργότερα είχαμε την τυχερή της βραδιάς και της χρονιάς! Και είναι η λαμπερή Σοφία μας! Ευχές, χαρές και γέλια!

Νωρίτερα μοιράστηκαν, στην καθεμιά και τον καθένα, κάποια χαρτάκια με νούμερο και την οδηγία, να διαβαστούν με την σειρά. Πρόκειται για «ΑντιΕυχές», λογοτεχνικά κομμάτια αντί για ευχές. Φέτος είναι ποιητικά, αισιόδοξα και προτρεπτικά σε σχέση με τον χρόνο. Το νο. 1 ήταν αυτό που διάβασε η Χρυσούλα κατά την τελετουργία της βασιλόπιτας. Η σειρά ανάγνωσης κρατάει την αόρατη κλωστή που διατρέχει τα ποιητικά κείμενα και τα ενώνει με έναν μαγικό τρόπο σε μια συνομιλία που κλείνει σε κύκλο…  

Το 2ο  είχε η Γαλάτεια και διάβασε:

Τάσος Λειβαδίτης, «Ιανουάριος»

 Ένας καινούργιος χρόνος. Τι μας περιμένει; Τι θα μας φέρει; Όνειρα, φιλοδοξίες, έρωτες, αινίγματα. Κι ω φτωχά ημερολόγια που ύστερα από τόσες γιορτές τελειώνετε τις μέρες σας μέσα σ’ ένα ρείθρο.

–             

Να τι είναι αυτό που περιμένω κάθε χρόνο, με μια ρυτίδα περισσότερο στο μέτωπο, μια ρυτίδα λιγότερο στην ψυχή: την πλήρη αντιστροφή, την απόλυτη διαφάνεια…

Οδυσσέας Ελύτης

–                                                                  

Να ελπίζεις…

Να ελπίζεις πάντα

Πως ανάμεσα στους ανθρώπους

Που τους ρημάζει η τρομερή «ευκολία» θα συναντήσεις απαλές ψυχές με τρόπους.

Ν. Εγγονόπουλος

Το 3ο ο Θοδωρής:

Γιώργος Σεφέρης – Μέρες Γ’

Η ζωή του ανθρώπου είναι καμωμένη από καιρούς:

καιρός να σπείρεις, καιρός να θερίσεις,        

καιρός της θλίψης, καιρός της χαράς,                   

καιρός της αγάπης, καιρός της μοναξιάς.

Αν το σκεφτείς έτσι, θα μπορέσεις και στη χαμηλότερη στιγμή να στηριχτείς,

γιατί κι αυτή θα ανήκει σ’ έναν από τους καιρούς της ζωής σου.

Το 4ο ο Σταύρος, διόλου τυχαία, αφού μας έδωσε τα φώτα του στην ανάγνωση του Φάουστ:

ΦΑΟΥΣΤ – Γκαίτε

«Ο μαγικός ο κόσμος δεν εκλείστη

Κλειστός ο νους σου είναι, η καρδιά νεκρή!

Ακούραστος να λούσεις ξύπνα, μύστη,

Το γήινο στήθος μες στη ροδαυγή!» (σ.20)

Σε μια θάλασσα σπρώχνομαι πλατιά,

Λάμπει το κύμα της στα πόδια μου μπροστά,

Νέα μέρα με τραβά σε νέα ακρογιάλια. (σ.28)

Ω, χαρά σ’ εκείνον που το ελπίζει

Απ’ της πλάνης τη θάλασσα να βγει!

Κανείς χρειάζεται ό,τι δε γνωρίζει

Κι ό,τι γνωρίζει δεν τον ωφελεί.

Μα ας μην αφήσουμε τις ώρες τις γλυκές

μια θλίψη σαν αυτή να τις συγχίζει! (σ.40)

Πώς μας σέρνουν αλλιώς του νου οι χαρές

Μέσα στα φύλλα, μέσα στα βιβλία!

Γλυκά περνούν οι χειμωνιάτικες νυχτιές

Το κορμί μας θερμαίνει η ευδαιμονία,

Κι αν ξετυλίγεις και καμιά σπουδαία περγαμηνή,

Διάπλατοι ανοίγουν μπρος σου οι ουρανοί. (σ.41)

Το 5ο μας διάβασε η Ολυμπία:

Το δώρο και τ’ αντίδωρο – Κωστής Παλαμάς

Ούτε και η σμύρνα, ουδέ και το λιβάνι,

μήτε η που λάμπει προσφορά η χρυσή.

Στο βωμό φλόγα η παρουσία, μου φτάνει·

και η δροσούλα στο ερημικό νησί.

Ούτε και τα λουλούδια, τα καλούδια,

το λάδι, το κρυονέρι, το κρασί,

τα μύρα, τα βιβλία σου, τα τραγούδια.

Το δώρο και τ’ αντίδωρο είσ’ Εσύ.

Το 6ο η Μαρία:

Η χαρά να δίνεις – Μπέρτολτ Μπρεχτ (Μτφρ:Ελένη Καλκάνη)

Σίγουρα η μεγαλύτερη χαρά στη ζωή

είναι να δίνεις σε εκείνους

που η μοίρα τους είναι σκληρή

και με χαρούμενα, αυθόρμητα χέρια

να σκορπίζεις λαμπερά δώρα.

Αυτό που υψώθηκε είναι πιο ωραίο από το πρόσωπο

εκείνου στον οποίο παριστάνουμε τους δωρητές;

Πρόσεξε τα χέρια του, ω ύψιστη ευλογία

που είναι φορτωμένα με τις μεγαλειώδεις χάρες μας.

Τίποτα δεν μπορεί να δώσει πιο μεγάλη ευχαρίστηση

από το να βοηθά ο ένας τον άλλο.                            

Αυτό που κατέχω δεν μπορώ να το αποθησαυρίσω

δίχως μια ψυχή να δώσω.

Το 7ο η Ρούλα:

Μικρές χαρές – Οδυσσέας Νασιόπουλος

Μικρές χαρές

της Κυριακής θαλπωρή,

λίγη πρωινή λατρεία,

λίγο φως για ξύπνημα

της καρδιάς ανάσα

να φτερουγίσει η ψυχή αγάπη,

στο τραπεζάκι γλυκός καφές

της πρώτης αναφοράς επιθυμία

μιας κιθάρας ρυθμός

στο τραγούδι του ήλιου,

να πάρει μπρος η ζωή,

ξεσηκωθεί ελευθερία.

Το 8ο η Καλλιόπη:

Τῆς Ὕπαρξης – ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ

Ὕπαρξη,

Δῶρο στὴν ἁγνή μας οὐσία

Γέλιο ποὺ χαράζει

Τὴν παντοτινὴ νύχτα

Πάνω στὶς λεῦκες

Ἀπαράτησε τὸ στεφάνι σου

Φέρε στὸ κοιμισμένο δάσος

Τὸ θρόισμα τοῦ ὀνείρου,

Ποὺ ἐμᾶς τοὺς σιωπηλοὺς

Ἐξύπνησε

Το 9ο η Αγάπη:

ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ – Φώτης Αγγουλές (ΦΥΛΑΚΕΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ 1956)

Χρόνε καινούργιε φέρε μας, μαζί σου την Ειρήνη.

Φέρε στην Κόλαση ένα φως, στην έρημο μια κρήνη.

Φέρε της γονιμότητας το σπόρο μέσα στη μήτρα

Της γης, που οι σπόροι καίγονται χωρίς να βγάζουν φύτρα.

Κοίτα στον πόλεμο η ζωή κάψαλο μαύρο εγίνη

κι άλλο από σένα δε ζητά παρά μονάχα Ειρήνη.

Ειρήνη σ’ ό,τι ζει κι ανθεί, σ’ ό,τι πονεί και φθίνει.

Στον χωρισμό, στον έρωτα, στα πάθη, Ειρήνη, Ειρήνη.       

Το 10 το καλό απήγγειλε με τον μοναδικό της τρόπο η Σίσσυ… (πρόκειται για αποσπάσματα του ποιήματος)           

Ειρήνη – Γιάννης Ρίτσος (Αθήνα, Γενάρης 1953)

Στον Κώστα Βάρναλη

Τ’ όνειρο του παιδιού είναι η ειρήνη.

Τ’ όνειρο της μάνας είναι η ειρήνη.

Τα λόγια της αγάπης κάτω απ’ τα δέντρα,

είναι η ειρήνη.

…                 

Όταν οι ουλές απ’ τις λαβωματιές κλείνουν στο πρόσωπο του κόσμου

και μες στους λάκκους που ‘σκαψαν οι οβίδες φυτεύουμε δέντρα

και στις καρδιές που ‘καψε η πυρκαϊά δένει τα πρώτα της μπουμπούκια η ελπίδα

… είναι η ειρήνη.

Ειρήνη είναι ένα ποτήρι ζεστό γάλα κ’ ένα βιβλίο μπροστά στο παιδί που ξυπνάει.

Τότε που τα στάχυα γέρνουν τόνα στ’ άλλο λέγοντας: το φως το φως, το φως,

και ξεχειλάει η στεφάνη του ορίζοντα φως

είναι η ειρήνη.

Τότε που οι φυλακές επισκευάζονται να γίνουν βιβλιοθήκες,

τότε που ένα τραγούδι ανεβαίνει από κατώφλι σε κατώφλι τη νύχτα

Τότε που η μέρα που πέρασε

δεν είναι μια μέρα που χάθηκε

μα είναι η ρίζα που ανεβάζει τα φύλλα της χαράς μέσα στο βράδι

κ’ είναι μια κερδισμένη μέρα κ’ ένας δίκαιος ύπνος

τότε που νιώθεις πάλι ο ήλιος να δένει βιαστικά τα κορδόνια του

να κυνηγήσει τη λύπη απ’ τις γωνιές του χρόνου

είναι η ειρήνη.

Η ειρήνη είναι τα σφιγμένα χέρια των ανθρώπων

είναι το ζεστό ψωμί στο τραπέζι του κόσμου

είναι το χαμόγελο της μάνας.

Πάνω στις ράγες των στίχων μου

το τραίνο που προχωρεί στο μέλλον

φορτωμένο στάρι και τριαντάφυλλα

είναι η ειρήνη.

Αδέρφια μου,

μες στην ειρήνη διάπλατα ανασαίνει

όλος ο κόσμος με όλα τα όνειρά του.

Δόστε τα χέρια, αδέρφια μου,

αυτό ‘ναι η ειρήνη.

Το 11ο που έκλεισε τον κύκλο των αναγνώσεων, το ακούσαμε από την τυχερή μας Σοφία:

«Νύχτωσε», γραμμένο στην Αθήνα την 1.1.88:

Ακόμη ένας χρόνος… είπε·

Ενας χρόνος περισσότερο στο χρόνο του

Ενας χρόνος λιγότερο απ’ το χρόνο του.

Απ’ το παράθυρο είδαμε

Βαρέθηκε τα ποιήματα,

Βαρέθηκε τη μουσική.

Τ’ αγάλματα κωφάλαλα.

Να πιω τον καφέ μου – είπε.

Να καπνίσω το τσιγάρο μου.

Να είμαι, να μην είμαι

Διπλά

Μέσα σ’ αυτή την ησυχία,

Μέσα σ’ αυτό το θαύμα-τίποτα.

Ο μελαγχολικός εξομολογητικός τόνος ενός ηλικιωμένου Ρίτσου, μετατρέπεται στη δεύτερη, διορθωμένη, καθαρή γραφή σε ποίημα δραματοποιημένης αποστασιοποίησης από την αρχική συγκίνηση:

Κι η αποψινή γιορτή αναβλήθηκε.

Κι ούτε που ξέραμε καθόλου

Τι θα πενθούσαν, τι θα γιόρταζαν.

Μεμιάς ανάψανε τα φώτα κι έσβησαν.

Απ’ το παράθυρο είδαμε τους μουσικούς·

Πέρασαν άφωνοι τη λεωφόρο

Έχοντας στους ώμους τους

Τεράστια χάλκινα όργανα.

Μείνε, λοιπόν, εδώ,

Κάπνισε το τσιγάρο σου

Μέσα σ’ αυτή τη μεγάλη ησυχία

Μέσα σ’ αυτό το θαύμα-τίποτα.

Κωφάλαλα τ’ αγάλματα.                     

Κωφάλαλα και τα ποιήματα. Νύχτωσε.

Έξω είχε νυχτώσει για τα καλά, τα φώτα του δρόμου φώτιζαν το κτήριο του «Διεθνές» και τα μέλη ένα-ένα αποχωρούσαμε χορτάτα από την γευστικότατη βασιλόπιτα και τα υπέροχα χαρουποπιτάκια που με αγάπη μας έφτιαξε η Αγάπη…, γεμάτα από τις ποιητικές και τις μεταξύ μας συνομιλίες… Καλή μας χρονιά και του χρόνου!

Updated: 16/01/2025 — 11:46